Κι όμως ο τουρκικός λαός γύρισε την πλάτη ή καλύτερα «έφτυσε» τον Ταγίπ Ερντογάν κατά την πρόσφατη συνέντευξη που έδωσε στους τηλεοπτικούς σταθμούς NTV και Star και επέλεξε να δει Survivor. Αυτό είναι κάτι πρωτοφανές για τον Σουλτάνο, ο οποίος σε κάθε του τηλεοπτική συνέντευξη προκαλούσε το ενδιαφέρον, μέχρι τώρα τουλάχιστον, του τηλεοπτικού κοινού.

Τα ποσοστά της τηλεθέασης ωστόσο είναι ένα χαστούκι στον Ταγίπ Ερντογάν όχι από την Ευρώπη ή τις ΗΠΑ αυτή τη φορά αλλά από τον ίδιο του τον λαό. Συγκεκριμένα όπως προέκυψε από τα ποσοστά τηλεθέασης, την συνέντευξη του Σουλτάνου παρακολούθησε το 4,08% του κοινού που εκείνη τη στιγμή έβλεπε τηλεόραση, όταν το τουρκικό Survivor κατέγραφε ποσοστό 21,28%. Ο Ερντογάν λοιπόν ηττήθηκε κατά κράτος από τον φίλο του τον Ατζούν που έχει κάνει επέλαση και στην Ελλάδα.
Η συνέντευξη του Τούρκου προέδρου ωστόσο δεν ξεπεράστηκε μόνο το από δημοφιλές ριάλιτι παιχνίδι, αλλά ακόμη και πολλές άλλες εκπομπές, ταινίες, συνεντεύξεις, αφού μετά βίας κατάφερε να πιάσει την 23η θέση κινούμενη σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Είναι η συνέντευξη του Ερντογάν που είπε πως επιθυμεί ειρήνη με την Ελλάδα και την αποφυγή περαιτέρω εντάσεων στο Αιγαίο και στην Μεσόγειο. Πρόσθεσε δε, ότι «η ειρήνη με την Ελλάδα αξίζει όσο καμία άλλη».
Η αλλαγή αυτή ξαφνικά ρητορικής από τον Ταγίπ Ερντογάν είναι η αλήθεια πώς προβλημάτισε την ελληνική κυβέρνηση η οποία απάντησε πώς περιμένει επί του πρακτέου κινήσεις από την πλευρά της Άγκυρας. Ίσως αυτή η μεταστροφή (;) να οφείλεται στις εκλογές που έχει προκηρύξει για τον Ιούνιο και στην απειλή που δέχεται από το κόμμα της Ακσενέρ. 
Και εκεί τα πράγματα δεν είναι καθόλου καλά για τον Σουλτάνο. Ο κεμαλικός Κιλιντσάρογλου με την Ακσενέρ, συζητούν το ενδεχόμενο να υποστηρίξουν από κοινού και με το ισλαμικό κόμμα του Ερμπακάν (από εκεί προήλθε το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης) ως υποψήφιο πρόεδρο τον Αμπντουλάχ Γκιουλ.
Ο Γκιουλ ήταν ο αναμφισβήτητος Νο2 στην τετράδα των ηγετικών στελεχών που είχαν αποσχισθεί από το κόμμα του Ερμπακάν στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και είχαν ιδρύσει το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης.
Έχει διατελέσει πρωθυπουργός, υπουργός Εξωτερικών και Πρόεδρος Δημοκρατίας, αλλά τα τελευταία χρόνια ο Ερντογάν τον περιθωριοποίησε, όπως και τα υπόλοιπα δύο ανώτατα στελέχη τον Αρίντς και τον Σενέρ.
Εάν οι διαβουλεύσεις καταλήξουν και εάν ο Γκιουλ δεχθεί να είναι υποψήφιος, ο Ερντογάν θα τα βρει σκούρα. Ο πρώην στενός συνεργάτης του νεοσουλτάνου θεωρείται μετριοπαθής ισλαμιστής, με ευρύτερο κύρος και ερείσματα στη Δύση. Μία εκλογική νίκη του θα την έβλεπαν με ανακούφιση και στην Ουάσιγκτον και στην Ευρώπη.
Η Ακσενέρ (πρώην βουλευτής των Γκρίζων Λύκων) μπορεί να κόψει ψήφους που θα πήγαιναν στον Ερντογάν από το κόμμα του Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, η υποψηφιότητά της να συγκεντρώσει κάθε είδους δυσαρεστημένους εθνικιστές, αλλά και οπαδούς του Γκιουλέν, οι οποίοι δεν έχουν εναλλακτική λύση.
Ο πυρήνας του κόμματός της («Καλό Κόμμα») αποτελείται από στελέχη του ακροδεξιού Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης, τα οποία διαφώνησαν με την επιλογή του μέχρι πρότινος αρχηγού τους Μπαχτσελί να συνεργαστεί με τον Ερντογάν. Στο κόμμα συμμετέχουν και παλαιοί απόστρατοι αξιωματικοί, μεταξύ αυτών και αρκετοί που είχαν κατηγορηθεί για τις υποθέσεις Εργκένεκον και Βαριοπούλα.
Η γεννημένη το 1956 σε μια μικρή κωμόπολη, έξω από την Κωνσταντινούπολη, πολιτικός έχει κερδίσει το προσωνύμιο «Λύκαινα». Στην Ευρώπη την αποκαλούν «Λε Πεν της Τουρκίας». Οι οπαδοί της τής αναγνωρίζουν θάρρος και πυγμή, προσδίδοντάς της, μάλιστα, μυθικές σχεδόν διαστάσεις.