Ολοκληρωτική η περιβαλλοντική και η οικονομική καταστροφή λένε οι κάτοικοι που επέζησαν της κολάσεως στην Αρτέμιδα.
"Ευτυχώς η κοινωνία βοήθησε. Απ' όλα τα μέρη της Ελλάδος. Μέχρι και κάποιοι απ' την Κύπρο θα διαθέσουν χρήματα για να φτιάξουμε το χωριό μας", λέει ο κυρ Αντώνης από την Αρτέμιδα
"Ο παππούς θα μείνει γι' απόψε, και μάλλον για πάντα, στη θεία"... Ήταν τόσο ψυχρό και τελεσίδικο αυτό που είπε με φυσικότητα από τηλεφώνου ο νεαρός, ο οποίος πέρασε ακριβώς από δίπλα μου κάτω στον καταυλισμό στην παραλία της Ζαχάρως, και με έκανε ν' ανατριχιάσω! Όσο όμως ανεβαίναμε την ορεινή Ζαχάρω, τόσο ένιωθα στο πετσί μου τα λόγια του. "Αν μυρίζει ο θάνατος, κάπως έτσι θα είναι", μου είπε ο Βασίλης αργά το απόγευμα, την ώρα που αφήναμε πίσω μας, στην τραγική τους μοίρα, τους ανθρώπους της Αρτέμιδας, της Μάκιστος και της Σμέρνας. Και τα τρία χωριά μαζί, θρηνούν 30 ανθρώπους απ' την περασμένη Παρασκευή. Τότε ήταν που η γη τους μετατράπηκε σε λιγότερο από μια ώρα σε κρανίου τόπο. Κόλαση! Κι ακόμη οι χώροι της φωτιάς ξεκαπνίζουν... Στην Αρτέμιδα άνοιξαν τάφους και περιμένουν τους νεκρούς τους. Ακόμη δεν τους έθαψαν. Οι σκληροτράχηλοι αγρότες της Ηλείας, ξέρουν πάντως πως τελείωσαν τα ψέματα. Όσο πείσμα για ζωή και να έχουν, όση ελπίδα κι αν τους γεμίζει η αλληλεγγύη της κοινωνίας. Το ξέρουν πως τίποτα πια δεν θα είναι όπως πριν.
Μόνο η άσφαλτος έμεινε Η καταστροφή στον Δήμο Ζαχάρως, του νομού Ηλείας, είναι ολική. Η λαίλαπα πέρασε σαν ένα βουητό. "Ένα βου", έτσι το χαρακτηρίζουν οι ρυτιδιασμένες γυναίκες που το έζησαν. Μες σε μια ώρα το "βου" μετέτρεψε σε φαντάσματα τρία χωριά. Μαζί και τους κόπους ολόκληρης ζωής. Τα γίδια, τα πρόβατα, τα πευκόφυτα δάση που προϋπήρχαν της γεννήσεώς τους κι ας κουβαλάνε στους ώμους τους η καθεμιά οκτώ δεκαετίες ζωής... Κυρίως όμως τους ελαιώνες τους. Αυτό που ανέκαθεν ήταν η ζήση τους! "Πότε να φυτέψεις τις ελιές και πότε να κάνουν καρπό, μας είπε ο κυρ- Αντώνης απ' την Αρτέμιδα. Κάτι παραπάνω θα ξέρει αυτός! "Μαζί με 40 άλλους χωριάτες", μας είπε, έβγαζαν 200 τόνους λάδι τον χρόνο.
Ένα κι ένα κάνουν δύο για τον 88χρονο Αντώνη Μπάμη κι η Ζαχάρω δεν μπορεί να αναγεννηθεί από τις στάχτες της"Πάλεψα με τον διάβολο και σώθηκα"
"Εμένα με έστειλε ο διάβολος (οι φλόγες της φωτιάς) να πάω να καώ. Τρεις φορές με τράβηξε πίσω μέτρα ολόκληρα, και δεν έχω ούτε μία γρατσουνιά! Ήμουν πάνω στο βουνό. 65 χρόνια κτηνοτρόφος. Κάποτε είχα 300-400 γίδια. Μου είχαν μείνει 100. Να μπορώ να τα κουμαντάρω. 88 χρονών άνθρωπος... Τώρα κάηκαν ούλα. Τρία μείνανε μόνο. Κι αυτά θα ψοφήσουν. Δεν μου κάηκε το σπίτι, μοναχά"! Λέγεται Αντώνης Μπάμης και είναι ένας λεβέντης 88 χρόνων. Τον θαυμάσαμε για την μακροθυμία του - παρά την πανωλεθρία παραμένει ψύχραιμος - και για την καθαρότητα του νου του. Με την γκλίτσα του στο χέρι, μας περιγράφει την κόλαση πυρός στο χωριό του, στην Αρτέμιδα, μιλά για την καλή του τύχη και για τις αντιξοότητες που έχουν πια να αντιμετωπίσουν οι συγχωριανοί του.
Τα ΘΑ των κυβερνώντων
"Άλλο να σας το ειπώ, κι άλλο να το ζείτε, αυτό που είδαμε εγώ και το παιδί μου. Εγώ ασχολιόμουν με την κτηνοτροφία κι αυτό (το παιδί του γέννημα του 1946), με τις ελιές. Παραγωγή μας η ελιά. Τίποτε άλλο. Εδώ το χωριουδάκι, 40 χωριάτες είμαστε, βγάζουμε 200 τόνους λάδι. Μας έχει καταστρέψει ο μεγαλοδύναμος τέσσερις φορές! Με πάγους. Ο τελευταίος ήτανε τρία χρόνια πριν. Δεν πήραμε ακόμη τα λεφτά μας. Όχι εγώ, είμαι συνταξιούχος. Το παιδί μου. Οκτώ χιλιάδες ευρώ υποσχέθηκαν και την πρώτη δόση ακόμη δεν την πήραμε"...
Έχασα τον μισό πόλεμο, αλλά...
"Στη μάχη με την φωτιά, τον μισό πόλεμο τον κέρδισα. Έχασα την περιουσία μου, γλίτωσα τον εαυτό μου και το παιδί μου που κάηκε λίγο στ' αφτί. Χώθηκε τελικά κάτω από μια τσιμεντένια σκάλα και γλίτωσε. Την κουνιάδα μου την έχασα. Ό,τι δικό μου σώθηκε, ήταν του Θεού. Περιμέναμε ένα πυροσβεστικό να 'ρθει εδώ κάτω να μας σώσει τα σπίτια. Δεν ήρθε. Καλά γλίτωσε το δικό μου. Ευτυχώς η κοινωνία βοήθησε στα πάντα. Απ' όλα τα μέρη της Ελλάδος. Μέχρι και κάποιος απ' την Κύπρο θα διαθέσει χρήματα για να φτιάξουμε το χωριό. Και πρέπει να τα δούμε πριν την Κυριακή. Γιατί μετά δεν μας τα δώσανε... Όπως γίναν και οι συντάξεις των αγροτών. Τέτοια κοροϊδία την είχαμε πάρει μάθημα απ' την Χούντα. Αν μας πούνε να μας δώσει δάνειο ποιος μπορεί τώρα να πάρει λεφτά; Πώς θα τα πληρώσει μετά; Είμαι 88 χρονών, έχασα 100 ζώα. Νου (κάποιου) συνάδελφου πιο πέρα πέθαναν 250! Κι αυτός είναι νέος αγρότης. 28 χρονών. Ένα σας λέω. Εδώ θα μείνουμε 5-6 άνθρωποι μονάχα. Γιατί ποιος βάλει λιοστάσια τώρα και πότε να μεγαλώσουν. Να πάρει δάνεια; Είναι να μπλέξεις με τράπεζα σήμερα; Πήρα το ΄70 35 χιλιάδες και πλήρωσα στα 25 χρόνια 3,5 εκατομμύρια δραχμές".
Στον καταυλισμό της Ζαχάρως
Ο Γιώργος Μακρής, ο αδελφός του Χαράλαμπος και η γυναίκα του, είναι οι μόνοι πυρόπληκτοι της Ζαχάρως οι οποίοι διαμένουν στα τσαντίρια που στήθηκαν στην κατασκήνωση του Δήμου, δίπλα στην παραλία. Μια παραλία, που όπως μας είπαν τα κορίτσια του Ερυθρού Σταυρού λίγες μέρες πριν ασφυκτιούσε από ζωή. Τώρα πια οι μνήμες είναι αποκρουστικές και φέρνουν στο νου, τους πρόσφυγες και τους κατοίκους που κατέβηκαν απ' τα χωριά τους για να γλιτώσουν και έβλεπαν τη φωτιά να τα ζώνει και να τα κατακαίει... Οι περισσότεροι άνθρωποι των οποίων κάηκαν τα σπίτια στη Ζαχάρω επέλεξαν να μείνουν σε συγγενικά τους σπίτια. Στο σεισμό της Αθήνας, σου λένε, δόθηκαν πάλι υποσχέσεις για βοήθεια από το κράτος. Κι όμως οι σεισμόπληκτοι εξακολουθούν να μένουν σε τροχόσπιτα. Έμειναν, λοιπόν, για να είναι παρόντες στις καταγραφές των ζημιών από τους αρμόδιους και για να σώσουν ό,τι σώζεται, όσο ακόμη είναι νωρίς. Πριν αρχίσουν οι βροχές και οι πλημμύρες.
Ψυχάρας ο Γιώργος
Τον Γιώργο Μακρή συναντήσαμε στη σκηνή του. Το πρώτο βράδυ, λέει, έμεινε σε συγγενικά του πρόσωπα. Αλλά δεν μπορούσε να τα επιβαρύνει περισσότερο. Πιο πολύ τον πονάνε τα πεύκα που κάηκαν στην αυλή του, 20 συνολικά δέντρα, 15 μέτρα ύψος το καθένα και οι απέραντες εκτάσεις δάσους που κάηκαν ώς εκεί που φτάνει το μάτι σου... "Σπίτι μπορείς να ξανακάνεις. Αυτό το περιβάλλον όμως δεν μπορείς. Ποιος να ζήσει πια σε ένα τέτοιο περιβάλλον"; Είναι κι αυτός ψύχραιμος. Όπως όλοι πια. Τι έχουν να φοβηθούνε; Όπως είπε κι ο παπάς που συναντήσαμε στον ναό του Αγίου Παντελεήμονα στο κέντρο της Ζαχάρως, η κατάσταση αυτή είναι χειρότερη κι από πόλεμο. Ο κ. Γιώργος κι η οικογένεια του αδελφού του ίσα-ίσα που γλιτώσανε απ' τον κόκκινο ποταμό που κατέβαινε δυνατά και τους κύκλωνε από παντού. "Μόλις που γλιτώσαμε. Δεν μπορούσες να σβήσεις αυτό τον ποταμό. Φτάνει που σωθήκαμε. Ίσως τώρα πάμε Αθήνα. Δεν ξέρουμε ακόμα. Θα δούμε τι μπορούμε να διορθώσουμε. Όπως το φτιάξαμε με δάνεια, ίσως κάποια ενίσχυση μας δώσει και το κράτος, να το επισκευάσουμε και πάλι".
Ένα βήμα πριν από τον θάνατο η καταστροφή, λέει ο πατήρ Κώστας Διανομή ειδών πρώτης ανάγκης στους πυρόπληκτουςΡύζι, λάδι, φακές, γάλα, ζάχαρη... Καταγράφονται και μπαίνουν στις κούτες για να δοθούν στον κόσμο που σώθηκε και κάθεται τώρα στα χωριά και περιμένει... Ο Πατήρ Κώστας, εφημέριος στη Ζαχάρω, δουλεύει με την παπαδιά εντός του ναού του Αγίου Παντελεήμονα. Η εκκλησία είναι γεμάτη από αγαθά τα οποία διανέμονται στις πυρόπληκτες ενορίες απ' όλους τους ιερείς. "Ο κόσμος που έχει πληγεί πολύ, έχει χάσει τα πάντα. Βρίσκεται σε απόγνωση. Ειδικά αυτοί που έχασαν τους δικούς τους. Σε δεύτερη μοίρα έρχονται εκείνοι που έχασαν την περιουσία τους. Και γι' αυτούς είναι ένα μεγάλο πλήγμα. Τέτοια καταστροφή δεν είδα ξανά. Είναι βιβλική. Σε μηδέν χρόνο, μέσα σε μία ώρα η φωτιά κατέκαψε απόσταση 50 χιλιομέτρων μες στη Ζαχάρω". Η διανομή εργάζεται σχεδόν επί 24ώρου βάσεως. Οι παραλαβές από την Αλληλεγγύη της Εκκλησίας της Ελλάδος γίνονται το βράδυ προς ξημερώματα. Οι ιερείς έχουν μέρες να κοιμηθούν. Αλλά αντέχουν. "Κι εγώ κάηκα", μας λέει ο πατήρ, "αλλά γλίτωσε το σπίτι μας. Άλλοι είναι σε απόγνωση. Όταν χάνεις τους ανθρώπους σου, τα ζώα σου, το αγρόκτημά σου, χάνεις τη σειρά σου, χάνεις το παν. Ψυχικά σε λιώνει. Σε κάνει ράκος. Ένα βήμα πριν τον θάνατο. Ένας όλεθρος. Είναι μια κατάσταση χειρότερη κι από πόλεμο" λέει με πικρία ο πατήρ Κώστας.
Ο τραγικός μονόλογος της κ. Αιόλης, μνημόσυνο για τους χαμένους Ένα "βου" τα πήρε όλα...Η κυρά Αιόλη είναι 78 χρονών. Κάθεται μαζί με άλλες συγχωριανές της και τη νύφη της την Γιαννού στην πλατεία της Αρτέμιδας, εκεί όπου έστησαν τις κάμερές τους ελληνικά και ξένα κανάλια και περιμένουν... Περιμένουν το φαγητό από λεπτό σε λεπτό. Κι ύστερα θα επιστρέψουν στα μισοκαμένα τους σπίτια. Τέτοια καταστροφή δεν έχει ματαδεί η κ. Αιόλη. "Πολλά σπίτια καταστράφηκαν. Εγώ το γλίτωσα με τους κουβάδες. Είτε νερό δεν υπήρχε, είτε άνθρωπος. Αλλά καλύτερα εδώ. Έφυγαν και καήκανε"... Μιλάει για τους 20 ανθρώπους που κάηκαν στην προσπάθειά τους να διαφύγουν της πύρινης λαίλαπας. Όλοι τους από δύο χωριά. Αρτέμιδα και Μάκιστος (ο Μάκιστος είναι δυο χιλιόμετρα πιο πάνω)... Η φωτιά όμως τους ακολούθησε. Βρήκαν οικτρό θάνατο στα αυτοκίνητά τους. Τα οποία έλιωσαν κυριολεκτικά απ' την φωτιά. Είχε προηγηθεί αυτοκινητικό ατύχημα. Η μάνα με τα τέσσερα παιδιά έτρεξαν για να διαφύγουν. Δεν πρόλαβαν. Τα καμένα σαντάλια του γιου της βρίσκονται ακόμη κάτω απ' την ελιά όπου άφησε την τελευταία του πνοή. Δίπλα τους ανάβουν καντήλια που άφησαν οι συγχωριανοί, εις μνήμην.
Έτσι γλιτώσαμε τα σπίτια μας
"Όσοι κάτσαμε γλιτώσαμε και τα σπίτια μας. Όσοι δεν κάτσανε τα κάψανε. Φύγανε να γλιτώσουν και καήκανε. Κι η πυροσβεστική καήκανε και δεν πρόλαβαν να προκάνουνε (στο ατύχημα είχε εμπλακεί και πυροσβεστικό όχημα με τρεις νεκρούς). Είχαν πάρει τα χωριά πάνω τα άλλα. Πού να πρωτοπάνε. Τι να προλάβουνε! Εβράζαμε απ' την μουζούρα. Μας έφαγε ο καπνός. Ένα βούισμα κι όσα ήτανε μπροστά τα έπαιρνε όλα. Ένα βου... ούτε μια ώρα δεν έκανε. Έφτασε τη Σμέρνα σε μια ώρα. Δεν περιμέναμε τέτοια καταστροφή. Μήτε θυμόμαστε πότε ανάψαμε, μήτε πότε κάψαμε. Τα χάσαμε. Κι ο κόσμος πήγαινε προς την θάλασσα για να γλιτώσει και κάηκε. Τά 'δατε τ' αμάξια. Τώρα περιμένουμε να τους κηδέψουμε. Δεν τους θάψαμε ακόμα. Μόνο τον αδελφό του Προέδρου, τον πυροσβέστη".