Εφημερίδα Καθημερινή
Βαρνάβας όμορφος τόπος να μένεις, δύσκολος να ζεις..
Οι κερκίδες κάηκαν. Το κοινό χάθηκε. Αλλά στην αρένα του τσίρκου ο κλόουν μένει και συνεχίζει απτόητος το νούμερό του.
Παράταιρος προς τον περιρρέοντα ζόφο, αλλά σκηνικά συνεπής με την πλαστή αυθορμησία του, ο δήμαρχος Μαραθώνα υποδύεται στα τηλεπαράθυρα τον εαυτό του. Τον υποδύεται επειδή δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Μπορεί να υπάρχει μόνο εντός του τσίρκου, ακόμη κι όταν το τσίρκο έχει σχολάσει.
Ετσι έκανε πέρυσι, στον Κάλαμο. Ετσι κάνει και τις τελευταίες ώρες που ανένηψε από την αφάνεια. Ντυμένος για αγέρωχο πένθος, με αξεσουάρ τεφρών αποχρώσεων –μαύρο γυαλί, μαύρη γραβάτα λυτή και, σαν σημειολογικό ατύχημα, αειθαλές μαύρισμα Μυκόνου–, ο Ηλίας Ψινάκης εμφανίστηκε δύο ημέρες μετά την πυρκαγιά σαν ολόσωμη τρολιά. Εμφανίστηκε σαν να νόμιζε ότι αποστολή του είναι να εκτονώσει κωμικά την ατμόσφαιρα που μύριζε ακόμη θάνατο.
Εμφανίστηκε και σαν ζωντανή υπενθύμιση της πολιτικής κουλτούρας χάρη στην οποία επαγγελματίες του είδους του προσάραξαν σε θέσεις ευθύνης. Τα παράδοξα της όψιμης εμφάνισής του, πάντως, δεν τα φοβήθηκε. Τα διαδήλωσε.
«Ευτυχώς», είπε, «κάηκε και το δικό μου σπίτι». Είπε δηλαδή στους ψηφοφόρους του ότι τους αντιλαμβάνεται ως μοχθηρά, χαιρέκακα ζώα που στη δυστυχία τους μπορεί να τους παρηγορήσει μόνο η δυστυχία του άλλου. Τους δήλωσε, χωρίς να μπορεί να πει, ότι διαισθάνεται ποια αντιπολιτικά ελατήρια τους οδήγησαν να επιλέξουν εκείνον –έναν ξεκούδουνο επαγγελματία του θεάματος– για να παίξει τον δήμαρχο.
Ο Ψινάκης έδωσε φωνή και σε ένα δεύτερο παράδοξο. Εδινε από προχθές τη μία συνέντευξη μετά την άλλη για να διαμηνύσει ότι δεν είναι ώρα για συνεντεύξεις. Οδήγησε έτσι σε οριστικό ευτελισμό την πιο ρηχή κοινοτοπία των ημερών: Να μείνουμε, λένε, σιωπηλοί ενώπιον αυτού που συνέβη· να μην «πολιτικολογούμε».
Ομως, αν δεν μιλήσουμε πολιτικά για το κακό, αν παραιτηθούμε από την αξίωσή μας να το εξηγήσουμε και να το καταλογίσουμε, πώς θα αναμετρηθούμε μαζί του; Με τα ξόρκια της μεσαιωνικής δεισιδαιμονίας του Αμβρόσιου; Με τα απονενοημένα ευχολόγια της κυβερνητικής ευθυνοφοβίας; Ή μόνο με μοιρολόγια;
Η άλλη εναλλακτική είναι, βέβαια, τα καλιαρντά της καταστροφής – η γλώσσα μιας βάναυσης ελαφρότητας που διαχειρίζεται τον θάνατο με ριαλιτζίδικα εφέ: Ηταν, έλεγε ο δήμαρχος, «σαν να κρατάς σεσουάρ στο τζάκι».
Από μια άποψη, το οξύμωρο «δήμαρχος Ψινάκης» είναι πολιτικά σημαντικό. Είναι σημαντικό γιατί αντανακλά ότι αυτό που συνέβη δεν ήταν ούτε «μοιραίο» ούτε «ακραίο». Ηταν αποτέλεσμα μιας ηθικοπολιτικής ναυτίας. Σεσουάρ στο τζάκι. Ντεκαπάζ στο μυαλό.
Πηγή Τμήματος Ειδήσεων: Παράταιρος προς τον περιρρέοντα ζόφο, αλλά σκηνικά συνεπής με την πλαστή αυθορμησία του, ο δήμαρχος Μαραθώνα υποδύεται στα τηλεπαράθυρα τον εαυτό του. Τον υποδύεται επειδή δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Μπορεί να υπάρχει μόνο εντός του τσίρκου, ακόμη κι όταν το τσίρκο έχει σχολάσει.
Ετσι έκανε πέρυσι, στον Κάλαμο. Ετσι κάνει και τις τελευταίες ώρες που ανένηψε από την αφάνεια. Ντυμένος για αγέρωχο πένθος, με αξεσουάρ τεφρών αποχρώσεων –μαύρο γυαλί, μαύρη γραβάτα λυτή και, σαν σημειολογικό ατύχημα, αειθαλές μαύρισμα Μυκόνου–, ο Ηλίας Ψινάκης εμφανίστηκε δύο ημέρες μετά την πυρκαγιά σαν ολόσωμη τρολιά. Εμφανίστηκε σαν να νόμιζε ότι αποστολή του είναι να εκτονώσει κωμικά την ατμόσφαιρα που μύριζε ακόμη θάνατο.
Εμφανίστηκε και σαν ζωντανή υπενθύμιση της πολιτικής κουλτούρας χάρη στην οποία επαγγελματίες του είδους του προσάραξαν σε θέσεις ευθύνης. Τα παράδοξα της όψιμης εμφάνισής του, πάντως, δεν τα φοβήθηκε. Τα διαδήλωσε.
«Ευτυχώς», είπε, «κάηκε και το δικό μου σπίτι». Είπε δηλαδή στους ψηφοφόρους του ότι τους αντιλαμβάνεται ως μοχθηρά, χαιρέκακα ζώα που στη δυστυχία τους μπορεί να τους παρηγορήσει μόνο η δυστυχία του άλλου. Τους δήλωσε, χωρίς να μπορεί να πει, ότι διαισθάνεται ποια αντιπολιτικά ελατήρια τους οδήγησαν να επιλέξουν εκείνον –έναν ξεκούδουνο επαγγελματία του θεάματος– για να παίξει τον δήμαρχο.
Ο Ψινάκης έδωσε φωνή και σε ένα δεύτερο παράδοξο. Εδινε από προχθές τη μία συνέντευξη μετά την άλλη για να διαμηνύσει ότι δεν είναι ώρα για συνεντεύξεις. Οδήγησε έτσι σε οριστικό ευτελισμό την πιο ρηχή κοινοτοπία των ημερών: Να μείνουμε, λένε, σιωπηλοί ενώπιον αυτού που συνέβη· να μην «πολιτικολογούμε».
Ομως, αν δεν μιλήσουμε πολιτικά για το κακό, αν παραιτηθούμε από την αξίωσή μας να το εξηγήσουμε και να το καταλογίσουμε, πώς θα αναμετρηθούμε μαζί του; Με τα ξόρκια της μεσαιωνικής δεισιδαιμονίας του Αμβρόσιου; Με τα απονενοημένα ευχολόγια της κυβερνητικής ευθυνοφοβίας; Ή μόνο με μοιρολόγια;
Η άλλη εναλλακτική είναι, βέβαια, τα καλιαρντά της καταστροφής – η γλώσσα μιας βάναυσης ελαφρότητας που διαχειρίζεται τον θάνατο με ριαλιτζίδικα εφέ: Ηταν, έλεγε ο δήμαρχος, «σαν να κρατάς σεσουάρ στο τζάκι».
Από μια άποψη, το οξύμωρο «δήμαρχος Ψινάκης» είναι πολιτικά σημαντικό. Είναι σημαντικό γιατί αντανακλά ότι αυτό που συνέβη δεν ήταν ούτε «μοιραίο» ούτε «ακραίο». Ηταν αποτέλεσμα μιας ηθικοπολιτικής ναυτίας. Σεσουάρ στο τζάκι. Ντεκαπάζ στο μυαλό.
Βαρνάβας όμορφος τόπος να μένεις, δύσκολος να ζεις..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ευχαριστούμε για την επίσκεψή σας...
Το παρόν διαδικτυακό μέσο ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει περί των επωνύμων ή ανωνύμων σχολίων που φιλοξενεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών, επικοινωνήστε μέσω της φόρμας επικοινωνίας έτσι ώστε να αφαιρεθεί.