Της Μαρίας Αντωνιάδη
Ζούμε σε μία κοινωνία σαθρή.
Μέσα από φακούς που επιδίδονται μόνιμα στη διαστρέβλωση, έχουμε φτάσει στο σημείο να θεωρούμε την ανωμαλία ως φυσιολογική διαδικασία εξέλιξης και τους δυνάστες μας σωτήρες και προασπιστές της αλήθειας και της εντιμότητας.

Μέσα στον εγκέφαλό μας έχουν καταγραφεί με βαθιές χαρακιές οι εικόνες της ντροπής χρόνων τώρα. Το επικίνδυνο είναι ότι πια δε μας τρομάζουν, έχουν ενσωματωθεί στα τοπία που αντικρίζουμε καθημερινά και ενίοτε τις βρίσκουμε χαριτωμένες.
Ένα δραστικό οξύ έχει αρχίσει τη διάβρωση αργά και συστηματικά, δίνει ένα γλυκό πόνο καθώς τρώει τη σκέψη και την κρίση μιας ολόκληρης ανθρωπότητας που αντιστέκεται στη φύση και τον προορισμό της. Τυφλή, βουβή και χωρίς ικανότητα αφής.
Τα πρότυπά μας έχουν αλλάξει δραματικά. Το μόνο που αντέχουμε να κάνουμε είναι να φιλοσοφούμε από σιγουρεμένη απόσταση ασφαλείας, αφού έχουμε διπλοκλειδώσει τη δική μας πόρτα και έχουμε ποτίσει τη δική μας γλάστρα. Οι διπλανές πόρτες και γλάστρες ας μένουν ξεκλείδωτες και απότιστες στους αιώνες. Το παιδί του διπλανού ανθρώπου ας μείνει αιωνίως άνεργο, χωρίς πρόσβαση σε κανενός είδους όνειρο. Απαγορεύεται από τις υψηλές αρχές.
Ως υπάρξεις έχουμε φτάσει στο κατώτατο σημείο να νιώθουμε ένοχοι που επιθυμούμε να ζήσουμε αλλιώς. Που επιθυμούμε να δούμε το φως του ήλιου αφού περάσουμε το σκοτεινό τούνελ.
Ως τώρα, μας ταϊζουν τεχνητό φως από μια λάμπα που όπου να” ναι θα καεί, θα σβήσει και θα μας αφήσει στο σκοτάδι. Και τα μάτια μας έχουν συνηθίσει στο θαμπό φωτισμό, στο ημίφως, έτσι για να μην μπορούμε να διακρίνουμε καθαρά τα μικρά γράμματα…
Συνάνθρωποι και συνοδοιπόροι πάνω σ” αυτή τη στρογγυλή θορυβώδη μπάλα, προσοχή!!!
Ας κρατήσουμε πεισματικά τις αγάπες ζωντανές, τις αγκαλιές ανοιχτές… Είναι τα πρώτα άοπλα θύματα αυτού του είδους πολέμου.
Ας κρατήσουμε τα μάτια κλειστά όταν χρειάζεται μόνο να ακούμε και τα αυτιά κλειδωμένα όταν χρειάζεται μόνο να βλέπουμε.
Ας κρατήσουμε την ψυχή μας ανοιχτή, μήπως και νιώσουμε κάποια ευλογημένη στιγμή ότι αυτό που ζούμε δεν είναι αυτό που μας πρέπει…